|
η иллюминатор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово иллюминатор? — παραφωτίδος как с (ново)греческого переводится слово παραφωτίδος? — иллюминатор — διαισθάνομαι — μεταρσίωση — φωνογράφηση — τρίχινος — σωφροσύνη — εκδοχέας — δροσόλουστος — τεσσαρακονταετής — βαρύτιμος — έμπειρα — αρτιπαγής — βιτριόλι — θελκτικά — μπεκρηλίκι — φιλοτεκνία — αγγελιοδοσία — πολεμίστρα — γαλλοφιλία — φιλοπότης — οπλοπωλείον — άναρχος |
|||