|
η красавица, красивая женщина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово красавица? — ευμορφογοναίκα как на (ново)греческом будет слово красивая женщина? — ευμορφογοναίκα как с (ново)греческого переводится слово ευμορφογοναίκα? — красавица, красивая женщина — κυοφορία — αμφικτίονες — οδοντοκοιλία — ψεκαστικός — παρθενοφθορία — εξάρθρωμα — πειθάρχηση — παν- — δέω — κατάχλωμός — φρύγετρο — ληστεία — σκεπτικότης — τόσος — επιδημιολόγος — οσφρητικότης — μετοχιάριος — ετεροτοπία — αδωρος — κυκλοφορία — πολυκομματικός |
|||