|
η хлопушка (ёлочная) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хлопушка? — τρακατρούκα как с (ново)греческого переводится слово τρακατρούκα? — хлопушка — ξηραίνομαι — εκπιέζω — τριτεγγυητής — ακωδικοποίητος — οργανώνομαι — εύδαιμονώ — βαν — άπιωτος — εκλιπαρώ — φκιάρι — εντατικοποιώ — τυρόπιτα — αρνησικυρία — καβουρδιστός — προδιόρθωση — παγκοσμίως — μετεωροσκοπείο — μασχάλη — ορθοτροπισμός — παραπαίρνομαι — ξεκληρίζομαι |
|||