|
η мед. эозин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эозин? — ηωσίνη как с (ново)греческого переводится слово ηωσίνη? — эозин — αλληλουχία — παράβλαστος — ανωρίμαστος — σκοταδιστικός — επάρκεια — διάπλους — ψηλάφηση — δασώδης — ξεμυαλίστρα — ανασβολιά — απαράδεκτος — πρόκυψη — αργοψήνω — κάτης — σαρωτής — χρησμοδόχος — αντίρροπος — σβέση — τράχηλος — βιβλιστής — όμβρα |
|||