|
голосовать за самого себя #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово голосовать за самого себя? — αυτοψηφίζομαι как с (ново)греческого переводится слово αυτοψηφίζομαι? — голосовать за самого себя — περκάλι — εκατοντάδραχμος — ακράσωτος — ιστιούχος — κεντήστρα — συγκεντρώνομαι — κεκλεισμένους — γερμανικός — αθάρρευτος — καρδιολόγος — δεκαοκτοετής — άθλημα — ταχυδακτυλουργικός — χλώμιασμα — ελαιοτριβείο — σαλιγγάρι — κηρίο — μακροχρονίζω — χνοασμός — γενεά — έτριξα |
|||