Новогреческий словарь
οργανοειδής
οργανοειδής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
οργανοειδής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αμαθής
—
ευμάρεια
—
βαθμιδωτός
—
αυτονόητος
—
προφτάνω
—
μετριάζω
—
νυκταλωπία
—
χιλιαρχία
—
ιερωμένος
—
ανεμορραγία
—
φωτοευαισθητοποίηση
—
σκαταδίωκτος
—
χαράκωμα
—
μαγγανησιούχος
—
μοναστής
—
ανεκδίκητος
—
ηλεκτρολογία
—
έμβολο
—
χαλκοτύπος
—
σιδηροπηγή
—
ανεπιβούλευτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве