Новогреческий словарь
ανακουρκουδίζω
ανακουρκουδίζω
сидеть на корточках
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сидеть на корточках
? —
ανακουρκουδίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανακουρκουδίζω
? — сидеть на корточках
#
(ново)греческий словарь
—
πληθύνω
—
κατσαρομάλλης
—
κάρρο
—
ελεφαντίαση
—
χλωροφορμιούχος
—
θαυμαστικός
—
ξαφνικά
—
πλανεύω
—
ογκομετρία
—
παραγωγικός
—
αλλοιωτός
—
μετεπιβίβαση
—
λύμφη
—
επαρχία
—
κανονίδι
—
ολοκληρωτικός
—
προνομή
—
κατεπανίκιον
—
ακαταπράντος
—
πενθημερία
—
συμβάν
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве