|
1) флейтообразный; 2) трубообразный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово флейтообразный? — αυλοειδής как на (ново)греческом будет слово трубообразный? — αυλοειδής как с (ново)греческого переводится слово αυλοειδής? — флейтообразный, трубообразный — στομαχοσκοπία — αγριάνθρωπος — μηλοχυμός — μισοντυμένος — επιθαλάμιος — κουτσουρεμένος — συγκλονισμός — πεντηκόνταρχος — ναρκοθέτης — αγελαίος — ζηλαδέρφια — αιτιολογημένος — ενδεικτικός — ομοφυλία — διαλλαγή — αεριοποιήσιμος — γιάκ — αξάδερφος — διαπερατός — καλάμισμα — καλυτέρευμα |
|||