|
τα остальное; κατά τά ~ — в остальном, что же касается остального; κι' ~ — ещё #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово остальное? — άλλα как с (ново)греческого переводится слово άλλα? — остальное — λαμπερός — στούμπωμα — αλατωρύχος — σκότιση — εκφράζω — διαλογιστικότης — διακίνημα — πετροπέρδικα — αεροδίνη — αριστοτεχνία — ναΰδριο — βιβλιοβριθής — ανεκβίαστος — ακανόνιστος — κάργα — αμβλύνομαι — βαθμονομία — ξάντρια — μήκων — διαίσθηση — μπατηρίζω |
|||