|
белоснежный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово белоснежный? — κρινόλευκος как с (ново)греческого переводится слово κρινόλευκος? — белоснежный — ολιγοζωία — ξινομηλιά — ψωλή — σοκακιάρης — χαλίκι — εργοδοσία — τροπωτήρ — ενόν — γριτσανίζω — αμφιετής — επίμετρο — πτύω — νηνίδα — τουρκόφιλος — νυχτοφούντωτος — κωλικπόνος — αδύναμος — ακρο- — Α — περίπλους — κολόκουρο |
|||