|
το тарифная сетка; ο καθορισμός τού ~ίου — тарификация заработной платы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тарифная сетка? — μισθολόγιο как с (ново)греческого переводится слово μισθολόγιο? — тарифная сетка — ατοίμαστος — αυτοπρογραμματικός — σφιχτο- — αβανταδόρος — ανδράριον — ζήτηση — επικαλυπτικός — καπίστρωμα — θολώνω — ορχίτιδα — Σκωτσέζα — γλυκόνειρεύομαι — ευφορικά — απρόσωπα — αλωνιάτικος — αποδεκατίζω — δροσά — κανναβόσχοινο — ανεμοβρόχι — ήλιον — αντιπροσωπευτικά |
|||