|
(γεν. κυνός) ο собака #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово собака? — κύων как с (ново)греческого переводится слово κύων? — собака — αφέλεια — καταβιβασμός — ολοκλήρωμα — ασεβώ — ολοκληρωτικούς — διπλωμάτης — σημείον — ξεφορτώνομαι — ιουδαϊσμός — συναρμόζω — αιθερόδρομα — ράϊχ — πρόσχαρα — πρόεδρος — παρωνύμιο — μπάρ — εθνικά — πλαστογράφημα — ευθυαυλητής — δικαιόγραφο — μισομεθυσμένος |
|||