|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οψαργάς? — — οστεόφθιση — ερευνητνκότητα — εξερεθίζομαι — ρουμπινένιος — ατίνακτος — αχυροπιεστικός — ψευτοκουλτουριάρα — ανακαινίζω — κάζο — γατσιάζω — ασυγχρονισμός — ποντικοφαγωμένος — ανεξάνθιστος — αεριοστρόβιλος — σελιδούλα — εξώσφαιρα — αχόρταγος — ρόκα — μιτάρι — κάψωμα — πρωτοδιοριζόμενος |
|||