|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υστεριάζω? — — διαλλάσσω — πρέζα — φώναγμα — θεμιτός — κιβδηλεύω — εκταμα — παρδαλός — αραχνώδης — ασπαραγγιά — πολυαγαπημένος — αποσπέρισμα — ρεβιζιονίστρια — συνεισβάλλω — αγγριση — διαπνοή — λαμπυρίζω — φωτοτυπικός — αναψοκοκκινίζω — μηλοπόλεμος — κέδρος — λουκουματζίδικο |
|||