|
(-έως) ο мор. гитов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гитов? — συστολέας как с (ново)греческого переводится слово συστολέας? — гитов — ανωμεριά — εγχειρισμός — πόλωση — παρακατιανός — σωρεία — υπογονάτιον — ανουθέτητος — εύτηκτος — ανακλαδιστός — μυελός — τεχνητό — αποστέκομαι — επιθεωρητής — εύκνημος — ζούπισμα — γνωστός — κοσμοπολίτικος — χοντροφτιαγμένος — σύντριψη — φλεβοκομβικός — Αράβισσα |
|||