|
η 1) охлаждение; 2) освежение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово охлаждение? — ανάψυξη как на (ново)греческом будет слово освежение? — ανάψυξη как с (ново)греческого переводится слово ανάψυξη? — охлаждение, освежение — γυψοποιείο — έχτρα — πινακογλείφτισσα — καμπτός — πολύτιμα — μπιστολιά — ερεβινθοειδής — φανερωμένος — θερμασμένος — μαρσιπποφόρος — μεσόφωνος — αξουρισιά — ιάνθινος — Φιλλανδός — στεάτωση — κυβεία — σκουφί — παρασυναγωγή — κανναβόπανο — λογγήσιος — εξάνθηση |
|||