Новогреческий словарь
εκλήθη
εκλήθη
παθ. αόρ. от καλώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκλήθη
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αποφούρνισμα
—
πρόσφυξ
—
γλήνη
—
συμφυρμός
—
ναυκληρικός
—
αεροδέρνω
—
άπιστος
—
ζαλεύω
—
γκρέμιος
—
ευχέτης
—
ακατάλυτα
—
αυτοσχεδίαστος
—
ίγγλα
—
ατομιστρια
—
διακηρύττω
—
ημερήσιος
—
λιμνογράφος
—
ευφράδεια
—
κουνέλα
—
φόρτσα
—
πλημμυροπαθής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,