|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λαμνοκόπος? — — σταχτύς — βαρεμάρα — οδομετρία — στηθάρι — γενεάδα — μικροβιακός — αξαρμάτωτος — κοιλοπόνια — βαρελοποιός — ξέστρα — επηνέχθην — ψάρεμα — θαλασσαετός — λαμπριάτικα — πριμιτιβιστής — βάσκος — χλόασμα — βιβλιομανία — εξαρτισμός — μοντερνίζω — διακυμαντικός |
|||