κοινωφελία

формы словаβ
κοινωφελία



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κοινωφελία? —


δημαρχώμυδράλλιοξεφτίλααδιοχέτεοτοςτεχνουργείοασφύριχτοςρικινέλαιοναποκληρώνωτυμβωρυχίαηλεκτροβόροςανωνυμογραφίαδιαπρεπήςσαββατικόςσκούναηγέρθηναντεκδίκησημαγειρικόςγερόκοταγελωτοποιόςφλοκκωτόςαγράμπελη




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit