|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово περίγελο? — — απαιτητικός — πορνίδιο — κατάντημα — χαύνος — αναβρασμός — απομώρανση — κεφαλόσκαλο — αποψεσινός — φασολιά — σίφουνας — αερινός — απόψε — αναφέρων — αποψιλώνω — διεγερτικός — αδρώς — περισώζομαι — κοντόμαλλο — άπηξ — αλματωδώς — δορυκτησία |
|||