|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξιπασμένος? — — ρυθμιστικός — ενεστώτας — μοναδισμός — τριπόδι — ημιάνεργος — ξεπαγιάζω — αιθεροποίηση — ηλιοψημένος — δούλευμα — τοπείο — ρυμούλκία — ιέρεια — ενδιαφέρον — πετηνός — εκμεταλλευτικός — ανέπτην — χειμωνόπουλο — λάθος — ανεπίγνωστος — ανατιναγμός — μετάπλαση |
|||