Новогреческий словарь
ισοφαρίζομαι
ισοφαρίζομαι
Сравниваться, сквитываться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ισοφαρίζομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αποίκηση
—
λιοτρίβι
—
αγκωνιαστά
—
άσπορος
—
ανεβασιά
—
σκάρφη
—
αγροχαλά
—
αγροτεμάχιο
—
αυτοκόλλητος
—
αιχμαλωτισμός
—
πρωτόφαντος
—
αριστοτεχνικός
—
ρηγόπουλο
—
κουτοπόνηρος
—
ειδησεογραφικά
—
πυργί
—
παγωμάρα
—
ασθμαίνω
—
λιγουρεύομαι
—
διαστασιοποιώ
—
μητρώο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве