κάτοπτρο

формы словаβ
κάτοπτρο
το прям., перен. зеркало;

===
          ως εν κατόπτρω — как в зеркале



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово зеркало? — κάτοπτρο
как с (ново)греческого переводится слово κάτοπτρο? — зеркало


παιδόφιλοςδεξίωσηαγριομούρηςσυγκομιστήςπροσωπολατρείαβρεχτούρααγερωχίααναλόγιψευδίζωαξέφραστοςζαρίφηςταμιακόςαεριοωθούμενοςαπολέπισματαράττομαιισιώνωδασμολογικόςυαλοσκεπήςδικάσιμηβροντοκόπημαιφθισιώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit