Новогреческий словарь
εξαπλασίασμός
εξαπλασίασμός
ο
увеличение в шесть раз
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
увеличение в шесть раз
? —
εξαπλασίασμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξαπλασίασμός
? — увеличение в шесть раз
#
(ново)греческий словарь
—
αργιλοφόρος
—
χιονοβόλος
—
ξεκάπνισμα
—
αφρίζω
—
σαλάγισμα
—
ριζικά
—
απεσταγμένος
—
γκέλλι
—
μουτρωμένος
—
προωστήρ
—
μαρτυράω
—
χαβούζι
—
κοτόπουλο
—
αμεταγύριστος
—
διαπασών
—
αλευροποιείον
—
θάψιμο
—
σκυτοτόμος
—
προειδοποιητικός
—
ξεραμένος
—
λαιμαριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω