δερματολογικός

формы словаβ
δερματολογικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово δερματολογικός? —


χαλκοπυρίτηςανακατανομήλειτούργηματηςβραχύβιοςέχμααναδιψίαυπογένεοτηχαμήλωμαμονοιασμένοςανασφογγίζωαντίκλειθρονάπλαφτερουγώεφέτηςΒουλγαρίαπαρασκευάζομαικουνάδιβαλτόςκατρακύλαπογκρόμ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit