|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δυσχρηστία? — — διάσωση — τριφωνία — ενσωματωμένος — χαλβαδόπιττα — αβύθιστος — παρόχθιος — Τροχαία — φτερνίτης — τυφλίνος — χούφτα — παιδιαρίστνκος — ματρώνα — κατιτί — ασύντριπτος — χθαμαλός — αποφασίζω — αιμαγγείωμα — μεγαλόθυμος — λαχανόπιττα — τίκτομαι — μετακάρπιος |
|||