|
(-ητος) η вывернутость, искривлённость (конечностей) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вывернутость? — βλαισότητα как на (ново)греческом будет слово искривлённость? — βλαισότητα как с (ново)греческого переводится слово βλαισότητα? — вывернутость, искривлённость — αντιοξυγόνος — αμαίευτος — τσατάλι — εκρωσισμός — δεκαεννεαετία — δεσποτισμός — ξαρμίζω — δημοκοπώ — νέα — εννεοδικός — αρλουμποειδής — αντιπροσφορά — καμπούρικος — παναμάς — αποκαθαρίδι — μαυρόκοττα — κακοστομαχιά — σύναπάντημα — γαριδούλα — καβαλιέρος — βρουχίζομαι |
|||