σανσκριτικός

формы словаβ
σανσκριτικός
санскритский



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово санскритский? — σανσκριτικός
как с (ново)греческого переводится слово σανσκριτικός? — санскритский


σελεμιίζωπαρεγκεφαλίτιδααδιακλάδωτοςβίτσαερρέτωπειθάρχησητοπαρχίακλειδοφύλακαςβούρκωμααρτοδοτώαδωροςδίχωςίνωμαξοφλημένοςανέσπεροςεπανάκτησιςομνύωστυφάτοαναρχισμόςμαρουλοσαλάταπαρεξηγώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit