Новогреческий словарь
ερειπωμένος
ερειπωμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ερειπωμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κουτσονούρικος
—
γυαλώνω
—
πυογένεια
—
στερεοποιώ
—
τάχα
—
φυτοβιολογία
—
εκούσιος
—
ιατός
—
φαλτσάρω
—
θυμικός
—
φαμελίτης
—
αναπόφευκτος
—
μεσόδμη
—
φλυάρημα
—
εγγικτικός
—
αντιπαραλληλίζω
—
ακουστικά
—
αυλάκιον
—
γυαλάδα
—
ματινάδα
—
αροτήρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве