|
береговой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово береговой? — ακτιος как с (ново)греческого переводится слово ακτιος? — береговой — αντικέρης — ερημονήσι — αιματοφόρος — ζαλεύω — φαρυγγοσκόπιο — παραφορά — ανθρακώνω — πικετοφορία — οψές — κλάση — ναυτόπαιδο — κοντοστούμπης — αποδεκτός — κορδελλιάστρα — υδρομετέωρα — περαταριά — στερεομετρία — κομματάρχης — αποπροσγείωση — ανακόχλαση — ιλιγγιώδης |
|||