|
το картонная фабрика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово картонная фабрика? — χαρτονοποιείο как с (ново)греческого переводится слово χαρτονοποιείο? — картонная фабрика — ακατάκλυστος — μουρλός — σκλάβα — αναφωνητής — υπαρκτός — θιός — μελαγχολικά — ατέρμων — στενόχωρα — δυναμογεννήτρια — εκβάλλω — ασυγχώνευτος — αλαφιασμένος — χρονογραφία — ανυποθήκευτος — δράσσομαι — πολυτεχνιούπολη — ταχυμετρικός — μουρντάρεμα — περιπατητικός — εκλογοδικείο |
|||