|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κυπαρισσέλαιο? — — μετακόμιση — μεταπείθω — φεύγας — εκβυθίζομαι — υπερθετικός — ραπτικός — οικότοπος — σφαίρισις — νανοϋλικά — ολιγαρκής — κατασκηνωτής — αποκένωση — αντικομματισμός — κομμουνιστής — απαλοσίτι — διασπάθιση — καλύβι — σκορδαλιά — σέμνωμα — μεταλλοχημικός — αραποσίταρο |
|||