|
ο карт. шулер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шулер? — χαρτοκλέφτης как с (ново)греческого переводится слово χαρτοκλέφτης? — шулер — αψομιλώ — ετέχθην — άχρειος — ξεμάκρεμα — τεϊοπότις — τεχνοκριτικός — τσότρα — τσεπάκι — εκπληκτικός — δαμαλήσιος — κεραμώνας — ιπποτικός — ανθρωπολάτρης — τορνωτός — γονυκλινώς — δασεία — σκάψιμο — ψυχοπατέρας — σκεπτικίστρια — νυσταγμένος — ατράνταχτος |
|||