|
το автодром #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово автодром? — αυτοκινητοδρόμιον как с (ново)греческого переводится слово αυτοκινητοδρόμιον? — автодром — ζέον — γραβιέρα — χειραφετικός — πούληση — χορικός — μαγευτής — δασάρχης — οργασμικός — δολοφονώ — δροσόπαγος — ρυζόγαλο — επισήμανση — τυφλοσούρτης — ποδοκρότημα — εγκαρσιώνω — ζύγωθρον — καθιερωτικός — εξονειδίζω — καταψιά — παρατρέπω — θείωση |
|||