Новогреческий словарь
ταβανόσκουπα
ταβανόσκουπα
η
щётка для обметания потолка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
щётка для обметания потолка
? —
ταβανόσκουπα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ταβανόσκουπα
? — щётка для обметания потолка
#
(ново)греческий словарь
—
πλατανότοπος
—
ευμετάπειστος
—
αμεριμνομέριμνον
—
λιγοζώητος
—
αγριόγατα
—
σκυθρωπιασμένος
—
υδρώπικας
—
υποθερμικός
—
ραγιάδικος
—
γουβιάζω
—
παγερός
—
ταξικά
—
δείγμα
—
βάδισμα
—
δίτοννος
—
καμηλαύκιο
—
εκτραχηλίζομαι
—
κύρης
—
στιβαρότητα
—
κυματογράφος
—
συντελεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω