πιλοτήριο

формы словаβ
πιλοτήριο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово πιλοτήριο? —


αποστραγγιστικόςεκμαυλιστικόςβράχυνσηβούλομαισύσσωμοςπαραφράζωγαντζωτόςχειράμαξαεκσπερματίζομαισπαρτοπλεκτικήεκτικόςκαρδιαγγειακόςαπολίπανσηαρτηρίδιοερχάμενοςχρεώνωεκταμιεύωξενηλασίανιάταπικραντικόςαναμιγμένος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit