|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παπυρολογία? — — βρογχοτομία — εμβρυώδης — επαργυρωμένος — σφριγηλός — ανίατος — ουσία — κλητεύω — κατεργασία — σαρκοβόρος — αστεροπληθής — στύση — ευχάριστος — μονογράφηση — μελετώμαι — λιποθυμικός — ατρόχιστος — Απρ. — προεσκεμμένος — λαμπίτσα — δεκατέσσαρες — πέρδομαι |
|||