|
το кожевенный магазин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кожевенный магазин? — δερματοπωλείο как с (ново)греческого переводится слово δερματοπωλείο? — кожевенный магазин — ισχιαλγώ — τρελοκαμπέρω — καραβόπανο — απιθώστρα — άρνα — ανταιτίασις — απόκρυφα — σημείον — αλευροποιείον — αρρενόθηλυς — προγυμνάσιο — οκνηρία — σκάλωμα — λιπόσαρκος — καθεδρικός — υποδεέστερος — χαλινώνω — γέρας — χρονοδιακόπτης — Αρβανίτισσα — παλαιοκλιματολογία |
|||