|
η туберкулёз; чахотка (уст.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово туберкулёз? — φτίση как на (ново)греческом будет слово чахотка? — φτίση как с (ново)греческого переводится слово φτίση? — туберкулёз, чахотка — ακετόνη — τραπεζώνω — γεργέφι — πιασμένος — φάντης — τσαμπουνίζω — ενταύθα — σαφήνιση — ένθερμα — αερολογώ — γένος — εξηκονταετηρίδα — κλισίμετρο — αριόσητα — πτωχοκομείο — ορθοπόδισμα — μεταβίβαση — αμμόγειος — εμμηνορρυσία — φθειρικός — ατροπολόγητος |
|||