|
η рассол #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рассол? — αλάρμη как с (ново)греческого переводится слово αλάρμη? — рассол — συλημένος — μαλλιά — δύση — αφερματισμός — κόθρο — γκλιγκλίζω — γέμω — άβαθος — αυτοσχεδίως — απαγωγός — μωροπίστευτος — επαιτώ — οσφυικός — μαλαστούπα — φιξάρισμα — φυλλομετρώ — βαλανοειδής — σκάρος — προσνήωση — λιγδιά — κυνηγός |
|||