Новогреческий словарь
γιουχαρίζω
γιουχαρίζω
освистывать
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
освистывать
? —
γιουχαρίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
γιουχαρίζω
? — освистывать
#
(ново)греческий словарь
—
ασπιρίνη
—
ανακύλισμα
—
τροχιοδείκτης
—
προτιμάω
—
αλάνθαστος
—
αμμέ
—
τόνος
—
αναπαμένος
—
εικασμός
—
φωτορομάντζο
—
αυγοτέμπερα
—
πρόνευση
—
άκλεπτος
—
προβατοκάμηλος
—
ξυλεμπόριο
—
ανθολογία
—
μπιτίζω
—
αυτοεπιβολή
—
ξέρακας
—
μπαστίνα
—
εργαλειομηχανή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве