Новогреческий словарь
σμαλτωμένος
σμαλτωμέν|ος
эмалированный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эмалированный
? —
σμαλτωμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σμαλτωμένος
? — эмалированный
#
(ново)греческий словарь
—
αναδεξιμιός
—
παρορμώ
—
κοσμολόγητος
—
συνάντηση
—
χειρόγραφος
—
αδιάλυτος
—
διασταυρώνομαι
—
δραγομάνος
—
αποχωριστικός
—
ζορμπαλίκι
—
λαγωχειλία
—
αντίστοιχος
—
κατσιβέλα
—
ακλόνητος
—
προσμένω
—
πυράγρα
—
απόχρεμμα
—
φαγώσιμο
—
μελάτη
—
πολτοειδής
—
ανήχθην
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве