|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τετράκωπος? — — επαυξάνω — βαθμολογικά — χαλκώδες — πολιτειολόγος — ρυμοτομία — προστυχολογιά — αντιφιλοσοφικός — τραυματιοφορεύς — χαλάρωμα — κατανεμημένος — μικροφάγα — μουγγαίνω — απιδωτός — κατάσχεση — κονσόλα — άκαλτσος — φοινικώνας — λαρυγγοσκόπηση — αποσιώπηση — δασοχωροφύλακας — παιδοψυχολογικός |
|||