Новогреческий словарь
μισοτελειωμένος
μισοτελειωμέν|ος
незаконченный, сделанный наполовину
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
незаконченный
? —
μισοτελειωμένος
как на
(ново)греческом
будет слово
сделанный наполовину
? —
μισοτελειωμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μισοτελειωμένος
? — незаконченный, сделанный наполовину
#
(ново)греческий словарь
—
ανεπιθεώρητος
—
μαντάλωμα
—
εισκόμιση
—
ζερβής
—
καρκινογένεση
—
φερετροποιείο
—
λάμας
—
ακαταστασία
—
λαγοκοιμιούμαι
—
παγκοσμιοποιώ
—
μονάρχιδος
—
αχώ
—
κουπέ
—
αναξιόπιστος
—
διαπόντιος
—
ψιλωτικός
—
πυκνωτής
—
πιοτί
—
καλοκαμωμένος
—
ευπορία
—
κολληταρτζής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве