|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ποντικοουρά? — — δασμολογία — εσωτρόπιο — θερμόμετρο — μνέσκω — σκολοπισμός — διάκοιλος — μαγνησίτης — μπιζελιά — μεταμερίδιο — κτηριολογικός — μαγμόσφαιρα — εκλεπτύνω — ατροφώ — μολονότι — πρέμνο — καπνισμένος — πρόδειπνο — γοργοποδίζω — αγριοπιπεριά — αντιληπτικά — πίτυκος |
|||