νηστίσιμος

формы словаβ
νηστίσιμος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово νηστίσιμος? —


λάμπωλίγδωμαντεμιρτζήςκακοφανισμόςαπαρίθμησημελιτακιάεκκρισηεξορμίζωβουτηχτάπρύμηαρπάγηάλειψηυστεροσκόπησηξυλοχέρηςζάρκοςξερόβραχοςτεκνογονώαυτοκυβέρνησηδεκατρείςδιανοούμαισκουριασμένος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit