|
το полевой цветок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полевой цветок? — αγριολούλουδο как с (ново)греческого переводится слово αγριολούλουδο? — полевой цветок — ντουμανιάζω — αντιβασιλικός — γηγενής — πατατούλα — εκκαυματίζω — τρυπογάζι — μάγγανο — κακοδιοίκηση — μοιχός — στρυμωγμένος — δυσώνυμος — αφομοιωμένος — διές — σαΐτα — κοσμήτρια — αστοκρατία — τουρκοτέκο — κάργια — συγκλίνον — απόπληκτος — ελληνιστής |
|||