|
огороженный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово огороженный? — απαντημένος как с (ново)греческого переводится слово απαντημένος? — огороженный — εκλεύκανση — συνδικαλισμός — αρχηγίνα — ξυλαγκάθα — καμπύλος — πολυουρία — δικολόγος — ορχήστρα — διαστρεβλώτρια — χρωστώ — πρωτάρης — ιαμβογράφος — καλπουζάνος — ψυχολογοκρατία — ψιμυθιολόγος — κωδωνίσκος — διάλογος — είδον — χαϊδούλης — ωκυτόκος — γαμώ |
|||