ιερομηνία

формы словаβ
ιερομηνία
η иеромения (обычай прекращать вражду в дни великих праздников)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово иеромения? — ιερομηνία
как с (ново)греческого переводится слово ιερομηνία? — иеромения


κλινοστρωμνήστοματορραγίασχεδιάγραμμαείμαιακτινοσκόπησηκατεδαφίζωεκατόμβαττονΕικοσιέναΡούσοςσυγκεντροποίησημπούγιοψηφιδωτόαλατζάςολοόςπατρυιόςκεντρικάαφωτογραφιστόςενθουσιαστικόςδιαβατόανθοπώλισσαεκτόδερμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit