Новогреческий словарь
λαιμικός
λαιμικός
шейный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шейный
? —
λαιμικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαιμικός
? — шейный
#
(ново)греческий словарь
—
φουσσατο
—
ού
—
ωογόνος
—
ξώπασχα
—
νόθον
—
λεξικός
—
χρησιδεσποτεία
—
σωρεία
—
γνωμοδοσία
—
κεραμευτικός
—
σιδηροπηγή
—
αθωράκιστος
—
ομολόγημα
—
έτσι
—
αλάθεφτος
—
ποίμνιο
—
εγκαθίδρυση
—
κοντόχρονα
—
σωματίδιο
—
χώσιμο
—
τρίφτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,